Τώρα που έχω εισέλθει και εγώ στη χορεία των ηλικιωμένων, έστω και αν ψυχικώς αισθάνομαι 35άρης, αναπολώ το πως έβλεπα και προσλάμβανα την επικοινωνία με τις αντίστοιχες ηλικίες όταν ήμουν έφηβος ή τέλος πάντων ένας εξερευνών τον κόσμο νέος. Η αναπόλησή μου έχει να κάνει με την τωρινή αξιολόγηση των τότε εντυπώσεών μου υπό το πρίσμα της πείρας που έχω συσσωρεύσει και η οποία πείρα καθορίζει και τη στάση μου απέναντι στην κοινωνία και ιδιαίτερα τους νέους μια και τύχη αγαθή με κατέστησε εκπαιδευτικό. Εκπαιδευτικό μάλιστα της ανώτατης εκπαίδευσης όπου συναλλάσσεσαι με νέους αρκετά προχωρημένου επιπέδου παγίωσης της προσωπικότητάς των.
Πριν προχωρήσω να ξεκαθαρίσω ότι ως νέος στα φοιτητικά μου χρόνια ήμουν ανήσυχος πνευματικώς επιδιώκοντας να συναντώ ιδιόμορφες προσωπικότητες που να έχουν ζήσει έντονες εμπειρίες του τύπου της “μυθιστορίας δρόμου” των Κέρουακ, Μπάροουζ, Μπουκόφσκι κ.λπ. Κατά τα Ελληνικά πρότυπα τύπους αυθεντικούς σαν τον Ζορμπά του Καζαντζάκη. Με λίγα λόγια ανθρώπους “περπατημένους” κατά την αργκό που να μη μασούν τα λόγια τους και να χειρίζονται άνετα τη λεξικογραφία του Πετρόπουλου. Και συνάντησα πολλούς απ’ αυτούς μαζί με άλλους φυσικά κανονικούς και πολυποίκιλους. Συνάμα σπούδαζα βιολογία χωρίς να νιώθω την επιστήμη σκοπό της ζωής μου (ακόμα) και ταυτόχρονα διάβαζα άναρχα ότι έπεφτε στα χέρια μου Καμύ, Οργουελ, Καζαντζάκη κ.λπ. Ομως δεν θα επεκταθώ περισσότερο στη σκιαγράφηση της τότε ψυχοσύνθεσής μου αλλά θα επικεντρωθώ στο τι πρότυπα δημιουργούσαν στον ψυχισμό μου οι τότε μεγαλύτεροι (και υποτίθεται σοφότεροι) άνθρωποι με τους οποίους είχα διανοητική επαφή.
Μπαίνω κατευθείαν στο θέμα και δηλώνω ότι από κανέναν τους δεν άκουσα τίποτα για ανύψωση της ψυχικής στάθμης του ανθρώπου, για αγώνα μορφωτικής κατάκτησης, για ευγενή ιδανικά εθνικής ταυτότητας, για βαθιά κατανόηση της ανθρώπινης φύσης, για το νόημα και τη σημασία μιας ηθικής ζωής τέλος πάντων που να στεριώνει τον άνθρωπο σε ένα κόσμο με νόημα. Ισως ατύχησα στις συναντήσεις μου μπορεί να πει κάποιος, ίσως δεν ήξερες να ψάχνεις μπορεί να πει άλλος. Και ίσως να έχουν δίκιο, όμως καταδικασμένοι όπως είμαστε όλοι να μην μπορούμε να αλλάξουμε το παρελθόν μας παρά μόνο να διδασκόμαστε απ’ αυτό (και αυτό όχι δεδομένο), ο καθένας είναι αυθεντικός αν ανασκοπεί μόνο αυτά που βίωσε και όχι αυτά που νομίζει ότι κατάλαβε. Ομως εγώ κατάλαβα ότι οι εμπειρίες και τα γεράματα δεν καταλήγουν οπωσδήποτε σε σοφία. Οι αποδείξεις είναι παντού γύρω μας και αν εγώ προσωπικά το έχω καταλάβει με μια βαθιά ενορατική ικανότητα (η οποία δεν προέκυψε άκοπα), είμαι αναγκασμένος να δηλώσω ότι η πλειονότητα των ανθρώπων αδυνατεί να το αισθανθεί ίσως γιατί ποτέ δεν την απασχόλησε. Και αυτό δεν είναι κατ’ ανάγκην κακό ούτε κάποιο σοβαρό μειονέκτημα, όμως είναι απαραίτητο για να διδαχτούμε στο πως θα τελειώσουμε το βίο μας, δηλαδή ως χρήσιμοι άνθρωποι στην κοινωνία ή ως αδιάφοροι λόγω πνευματικής ανυπαρξίας ή απεγνωσμένοι επειδή τρέχουμε να προλάβουμε ηδονές που η ζωή δεν μας έδωσε ακόμα.
Από πολύ μικρός και κατόπιν πολύ μετά είχα ένα έμφυτο σεβασμό για τους ηλικιωμένους τους οποίους θεωρούσα περίπου ως ιερούς σοφούς. Και ναι μεν ο σεβασμός για τους παλαιότερους αποτελεί πιλιτισμική αξία για μια κοινωνία όμως δεν είναι όλοι το ίδιο. Κανονικά ο σεβασμός ανήκει πρωτίστως στις μεγάλες μορφές ενός έθνους και στους πεσόντες υπέρ πατρίδος και δευτερευόντως στους τίμιους βιοπαλαιστές που δημιούργησαν ηθικές οικογένειες. Ολοι οι υπόλοιποι εμπίπτουν στην κατηγορία των καταναλωτών-πολιτών και απλώς δρουν μέσα στο κράτος και απολαμβάνουν τα αγαθά του εφόσον είναι νόμιμοι. Κοινοί άνθρωποι θα πει κάποιος, βεβαίως κοινοί άνθρωποι όπως είμαστε όλοι μας άλλωστε. Δικαιούμαστε όλοι να επιδιώκουμε την ευτυχία και μακάρι να τη βρίσκουμε έστω και φευγαλέα. Ομως εδώ αυτό που θέλω να αναδείξω είναι το νόημα της δικαίωσης μιας ζωής που όσο πλησιάζει στο τέλος της ψάχνει για νόημα και όχι για υλική καλοπέραση. Και τέτοιο νόημα για έναν έμπειρο μεγαλωμένο άνθρωπο δεν μπορεί να είναι άλλο από εφαρμόσιμες συμβουλές για την καλλιέργεια των νεότερων. Εδώ ακριβώς χρειάζεται προσοχή για να δοθεί η πραγματική διάσταση μιας τέτοιας στάσης ζωής. Οι συμβουλές δεν νοούνται αφελώς ως καλόβολες και κοινότοπες, συντηρητικές ή φοβικές. Ούτε πάλι ως επιθετικές και ισοπεδωτικές όσο και αν αυτό απαιτείται σε ιδιαίτερους εργασιακούς χώρους, όπως η τέχνη, ο στρατός, ο αθλητισμός κ.ά. Ως συμβουλές εννοώ την όλη στάση ζωής κάποιου από την οποία απορρέει ο λόγος του συμβουλευτικός ή επικοινωνιακός και χρησιμεύει ως πρότυπο για την υγιή και καλλιεργητέα προσωπικότητα και αγωγή των νέων.
Τι είναι αυτό λοιπόν που αποτελεί σίγουρη εγγύηση για την επιδίωξη της ευτυχίας και τη διαμόρφωση ενός χρήσιμου πολίτη; Η απάντηση βγαίνει αβίαστα από το είναι μου. Η μόρφωση. Η μόρφωση με κάθε τρόπο και μέσο που θα δώσει στο νέο άρθρωση λόγου με νόημα, συνείδηση της εθνικής του ταυτότητας, κατανόηση της συνέχειας της ζωής, δυνατότητες για να αποδώσει στην εργασία, να καταλάβει τους άλλους, να τηρήσει τους νόμους και τελικά να πάρει τη σκυτάλη των συμβουλών και να τη δώσει προς το τέλος της ζωής του σε αυτούς που ωφελήθηκαν απ’ αυτόν.
Επανέρχομαι λοιπόν στις αναμνήσεις μου και ανασκαλεύω τη μνήμη μου για να ανακαλύψω πότε άκουσα κάτι που να αποδεικνύεται σήμερα πολύτιμο απόκτημα. Κάτι που στην πορεία τόσων χρόνων σφυρηλατημένο από τη ζωή να αποτελεί φάρο στην ύπαρξή μου, να με γεμίζει και να με συνεπαίρνει σήμερα που μπορώ και αποτιμώ ψύχραιμα τα παρελθόντα. Δυστυχώς δεν βρίσκω τίποτα για να το αναπαράγω ως συμβουλή προς τους νεότερους. Οσα ανασύρω από αυτά που κάποτε με συνεπήραν, με επηρέασαν, με οδήγησαν να κοιτάξω κάπου ήταν, όπως τώρα τα αποτιμώ, αφόρητες κοινοτοπίες, κομπορρημοσύνες, κομπλεξικές εκτονώσεις και το χειρότερο ενσυνείδητες ωθήσεις προς τη διαστροφή. Οι δήθεν τότε “ψαγμένοι” τύποι με την επίπλαστη αυθεντία της ηλικίας τους ηδονίζονταν να εντυπωσιάζουν εμάς τους νεώτερους με δήθεν τολμηρές διαπιστώσεις, βαρύγδουπες αποφθεγματικές φράσεις αντισυμβατικών διασημοτήτων, συνωμοσιολογικά σενάρια, αντικονφορμιστικές προτροπές και επαναστάσεις του γλυκού νερού. Οι πλέον πικάντικες και προωθημένες βέβαια προτροπές τους που για ευνόητους λόγους αναστατώνουν τους νέους και τους εντυπωσιάζουν, ήταν αυτές που κινούνται στον ερωτικό χώρο. Ούτε λίγο ούτε πολύ αποκόμιζε κάποιος την εντύπωση ότι αν δεν επιζητούσες να βυθιστείς στην μέθη του ερωτικού κυνηγιού και στη συλλογή ερωτικών θηραμάτων ήσουν για αυτούς ένας κακομοίρης και απόκληρος της ζωής. Πόσο ανόητα, ρηχά και χωρίς νόημα φαντάζουν όλα αυτά τώρα. Ευτυχώς που από ένστικτο ο έρωτας ήταν για μένα μια ψυχοενωτική εκδήλωση και όχι ένα ζωώδες ένστικτο μόνο.
Ομως και στο πανεπιστήμιο ποτέ δεν άκουσα μια φράση μεστή σοφίας που να με επηρεάσει στη ζωή μου ανυψωτικά. Απέραντη ρηχότητα και βαρετή διεκπεραίωση των μαθημάτων διανθιζόμενη από διαστροφική τυπικότητα για να καλύπτει τη λίγο πολύ άγνοια των διδασκόντων. Αυτό που πάντα διψούσα να βρω στο ακαδημαϊκό περιβάλλον ήταν καθηγητές με φλογερό λόγο, με φιλοσοφικές προεκτάσεις, με απαντήσεις στα υπαρξιακά ερωτήματα ενός νέου. Τίποτα, απόλυτη έρημος, το μόνο που μου έχει μείνει είναι ένα πνευματώδες λεχθέν από κάποιο καθηγητή “..η διάρκεια ζωής των πρωτόγονων ανθρώπων ήταν πολύ μικρή, σπάνια ξεπερνούσαν τα είκοσι χρόνια, έτσι λοιπόν θα είχαν διάφορα ψυχολογικά, πότε να προλάβουν να αρχίσουν ερωτική ζωή και τα σχετικά...”. Με κάτι τέτοιες εξυπνάδες που και σήμερα σίγουρα ακούγονται από πολλούς δήθεν ρεαλιστές (ενώ στην ουσία αθυροστομούν για να προκαλέσουν την προσοχή) η ψυχοδιέγερση δεν αγγίζει παρά τα κατώτερα επίπεδα του θυμικού δηλαδή του καλαμπουριού.
Μην νομίσει όμως ο αναγνώστης του παρόντος αρθριδίου ότι μάχομαι κατά της περιπέτειας, της αμφισβήτησης, της εξερεύνησης νέων καταστάσεων, των εμπειριών γενικώς. Οχι βέβαια, απεναντίας υποστηρίζω ότι οι εμπειρίες θα πλουτίσουν την ανθρώπινη ζωή και θα δημιουργήσουν ενδιαφέρουσες προσωπικότητες. Ομως συνάμα οι εμπειρίες κάθε τύπου πρέπει να συνέχονται με αρχές ή τουλάχιστον να συμβάλλουν στην πρόοδο της προσωπικότητας και όχι να θέτουν το άτομο σε κίνδυνο είτε άμεσο για τη ζωή του είτε έμμεσο με την αυτιστική αμφισβήτηση και το μηδενισμό. Οι εμπειρότεροι που με την κατασταλαγμένη ζωή τους αποτελούν πρότυπα, υποχρεούνται από ηθική επιταγή να συμβουλεύουν επωφελώς τους νέους και όχι να παίζουν μαζί τους. Ειδικά στην ανώτατη εκπαίδευση (για τις κατώτερες βαθμίδες δεν το συζητώ, ο δάσκαλος αποτελεί πρότυπο ισχυρότερο και απ’ τους γονείς) οι καθηγητές είναι πνευματικοί δάσκαλοι και σε αυτό δεν χωρούν εκπτώσεις. Στα πανεπιστήμια βρίσκεται η χρυσή ευκαιρία για να φτιαχτούν νέοι πραγματικές ελπίδες για την κοινωνία και κάτι τέτοιο δεν πρέπει να πάει χαμένο. Το πως θα επιτευχθεί δεν χρειάζεται ανάλυση, είναι αυτονόητο για έναν που θέλει να λέγεται καθηγητής. Αν δεν το καταλαβαίνει δεν αξίζει να λέγεται καθηγητής.
Γιώργος Χώτος, Αύγουστος 2019