Η Ελλάδα σήμερα περισσότερο από κάθε άλλη φορά στη μεταπολεμική ιστορία, αντιμετωπίζει πρωτοφανή κρίση ταυτότητας και ανεύρεσης δημιουργικού ρόλου κατοχύρωσηw ισχύος στη σκακιέρα της ραγδαία αναδιαμορφούμενης παγκοσμιότητας. Κοινή συνισταμένη όλων των επίδοξων ρυθμιστών της νέας τάξης πραγμάτων, είτε πρόκειται για την πρώην κοσμοκράτειρα Αμερική, είτε για τον αφυπνισθέντα γίγαντα της Κίνας, είτε για την Ρωσική «αρκούδα» είναι η ενδυνάμωση της στρατιωτικής τους δύναμης. Στον Δυτικό κόσμο ειδικά ο οποίος πρωτοκαθεδρεύει οικονομικά, και στην Ευρώπη ειδικότερα, μόλις τώρα με τον πόλεμο στην Ουκρανία να διαρκεί ήδη δύο χρόνια αντιλαμβάνονται τη σημασία που έχει για τη μελλοντική τους επιβίωση η παραμελημένη στρατιωτική τους ετοιμότητα. Η ισχυρή οικονομία είναι βέβαια προϋπόθεση και για τη στρατιωτική επάρκεια, όμως παραμένει γράμμα κενό αν δεν αποφασιστεί δυναμικά η ενδυνάμωση της αμυντικής βιομηχανίας και η αύξηση της στρατιωτικής ισχύος.
Μπορεί βέβαια η υπνώτουσα Ευρώπη μόλις να εξέρχεται από τη γαλήνη και τον εφησυχασμό ότι οι μεγάλοι πόλεμοι ανήκουν στο παρελθόν, όμως η Ελλάδα ούτε σήμερα ούτε άλλωστε και στο παρελθόν δεν απήλαυσε τη βεβαιότητα έλλειψης απειλής. Η Τουρκία, αυτός ο ύπουλος ταραξίας της Μεσογείου, εποφθαλμιά ολοένα εντονότερα και προφανέστερα τον εθνικό μας χώρο, έχοντας εμάς ως «πρώτο πιάτο» στον μεγαλοϊδεατισμό αναβίωσης της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Και το κάνει αυτό βέβαια εδώ και δεκαετίες με σταθερότητα, επιμονή και υπομονή ασχέτως του αν εμείς δεν μεταφράζουμε σωστά τα σημάδια. Εχοντας αναπτύξει εκπληκτικά την πολεμική της βιομηχανία σε συνδυασμό και με την υπόλοιπη, μη διστάζοντας να κινείται διπλωματικά και εκβιαστικά απέναντι στις υπερδυνάμεις και επιδιώκοντας προβολή ισχύος να δημιουργεί πολιτικές και στρατιωτικές βάσεις οπουδήποτε ανιχνεύσει δεκτικότητα (π.χ. Λιβύη, Συρία-Ιράκ, Σομαλία), δημιουργεί, ιδιαίτερα για την Ελλάδα, ένα ασφυκτικό ολιστικό πλαίσιο παρεμβατικότητας που θα μας κοστίσει ακριβά (και στην εθελοτυφλούσα Ευρώπη επίσης) αν δεν ανασκουμπωθούμε για να την προλάβουμε.
Η αντίσταση που οφείλει να αντιτάξει ο Ελληνισμός στον τουρκικό οδοστρωτήρα έχει όνομα και καλείται στρατιωτική ισχύς. Το έθνος αντιμετωπίζει κίνδυνο ύπαρξης και στο ορατό μέλλον θα πρέπει ήδη από τώρα να έχει αποφασίσει για το τι κράτος θέλει να είναι. Πλήρως αυτόνομη, ανεξάρτητη και ισχυρή χώρα, ή δορυφόρος της Τουρκίας με ευνουχισμένη πλέον την κρατική της δικαιοδοσία;
Ο καιρός πιέζει και δεν υπάρχει χρόνος για χάσιμο. Ηδη η ψαλίδα, τεχνολογική και στρατιωτική έχει ανοίξει σε βάρος μας και υπέρ της Τουρκίας. Τα πληθυσμιακά μεγέθη είναι οδυνηρά κατά ημών και μόνο με επιστράτευση θάρρους και πλήρη εθνική ανασυγκρότηση μπορούμε να ελπίζουμε ότι βοηθούμενοι από το ανάγλυφο της χώρας μας και τη «ζώνη θανάτου» για τον επιβουλέα που δημιουργούν τα σωστά εξοπλισμένα νησιά μας θα αποτρέψουμε τον τούρκο από το να επιχειρήσει αυτά που καταφανώς σχεδιάζει.
Τα όποια προβλήματα αντιμετωπίζει η χώρα μας στην εκπαίδευση, την υγεία, την οικονομία και όλα όσα γενικώς δεν αποτελούν ζήτημα ζωής ή θανάτου, απαιτούν βέβαια σοφές πολιτικές όμως αυτό που επείγει τώρα είναι η συστράτευση του πληθυσμού σε ένα ιερό κοινό σκοπό. Την άμυνα της χώρας.
Η ελληνική κοινωνία εδώ και δεκαετίες, βάσει μιας ιδιότυπης και στενόμυαλης επικράτησης ενός αξιακού κώδικα που δεν περιλαμβάνει την αγάπη προς το στρατό και με εργαλείο τον δικαιωματισμό, βλέπει καχύποπτα αν όχι αρνητικά οποιαδήποτε πρόθεση στρατιωτικής ενδυνάμωσης, ομφαλοσκοπούσα και πλανεμένα παγιδευμένη στο αίσθημα ασφάλειας που μας προσφέρουν είτε οι συμμαχίες μας (ΕΕ, ΝΑΤΟ), είτε η διακηρυγμένη μας ειρηνοφιλία. Όμως η ειρήνη εξαρτάται από δύο ενώ για τον πόλεμο αρκεί ένας και αυτός ο ένας βάσει και του ιστορικού βάθους προβάλλει πλέον με τον πλέον σαφή τρόπο και είναι η Τουρκία.
Σήμερα περισσότερο από ποτέ απαιτείται η ανάπτυξη μιας κουλτούρας επιβίωσης του έθνους, τέτοια που και το δημογραφικό πρόβλημα να επιλύσει σε μακροχρόνια προοπτική αλλά και άμεσα να ενδυναμώσει την αποτρεπτική στρατιωτική μας ισχύ. Αν για την πρώτη ανάγκη απαιτούνται πολλά χρόνια για τη δεύτερη απαιτείται ριζική και άμεση παρέμβαση εδώ και τώρα. Όπως επανειλημμένως έχω αρθρογραφήσει η κυβέρνηση πρέπει άμεσα να νομοθετήσει την καθολική, υποχρεωτική, άνευ ουδεμίας εξαίρεσης στράτευση αρρένων και θηλέων με τη συμπλήρωση του 18ου έτους για θητεία άνω των 18 μηνών σε συνδυασμό με σχέδιο διαρκούς επανεκπαίδευσης. Ένα τέτοιο μέτρο επειδή είναι έμπλεο πατριωτισμού, κοινωνικώς απόλυτα δίκαιο και συνάμα ενσταλάζει στους νέους το αίσθημα του ανήκειν και της πειθαρχίας, θα έχει εκτός από τη στρατιωτική εκπαίδευση και πολλαπλά οφέλη για την οικονομία εν γένει.
Με τα σύννεφα του πολέμου ήδη να βαραίνουν στον ορίζοντα της επικράτειάς μας (Ουκρανία, Ισραήλ, Ερυθρά) και την αίσθηση ότι ο αναβρασμός επεκτείνεται και στα Βαλκάνια δεν αφήνει περιθώρια αυταπάτης. Η Ελλάδα πρέπει να διατηρεί ένα αξιόμαχο και υψηλής εκπαίδευσης ετοιμοπόλεμο στράτευμα 300-350 χιλιάδων ατόμων διότι μόνο έτσι μπορεί να έχει πίστη και δυνατότητα προάσπισης και του πλέον απόμακρου εδάφους της. Τα σύγχρονα οπλικά συστήματα είναι βεβαίως απαραίτητα αλλά χωρίς τον άνθρωπο είναι απλώς εξαρτήματα.
Γιώργος Χώτος, Φεβρουάριος 2024