Δημόσιες τοποθετήσεις με κατηγορίες κατά της πολιτικής του Ισραήλ ακούγονται και γίνονται η πεπατημένη, ειδικά όταν επικαλούνται το διεθνές δίκαιο ή τη διεθνή νομοθεσία (νόμοι per se) ή νομολογία (ερμηνεία νόμων) και ακόμα ειδικότερα όταν πρόκειται για τον λεγόμενο εβραϊκό εποικισμό της Δυτικής Οχθης του Ιορδάνη ποταμού, δηλαδή τις περιοχές της Ιουδαίας και Σαμάρειας. Χαρακτηριστικά μπορεί να αναφερθεί το 2334 ψήφισμα της 23ης Δεκεμβρίου 2016 του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ που αναφέρει: «Οι οικισμοί (στη Δ. Οχθη) του Ισραήλ συνιστούν μια κατάφωρη παραβίαση της διεθνούς νομοθεσίας και δεν έχουν νομική εγκυρότητα».
Καταφανώς πρόκειται για ένα μη δεσμευτικό ως προς το πρακτέο ψήφισμα, που απλώς επιχειρηματολογεί βάσει κάποιου προϋπάρχοντος διεθνούς νόμου. Ποιου όμως διεθνούς νόμου; Ας επιχειρήσουμε να το δούμε έτσι.
Πρώτα ας διερευνήσουμε το ρόλο των δικαιωμάτων των αυτοχθόνων της περί ου ο λόγος περιοχής (Ιουδαία και Σαμάρεια) στο διεθνές δίκαιο. Εδώ και 3000 τουλάχιστον χρόνια, οι Εβραίοι έχουν ιστορικό και Βιβλικό δεσμό με την Ιουδαία (τόπος γέννησης του βασιλιά Δαβίδ) και την Ιερουσαλήμ (την πρωτεύουσα του βασιλείου του Ιούδα). Στο βασίλειο της Σαμάρειας (ή βασίλειο του Ισραήλ) στη Βίβλο αναφέρεται η Shiloh ως η τοποθεσία των σκηνιτών πριν την ανέγερση του πρώτου Ναού στην Ιερουσαλήμ. Η Χεβρώνα ήταν μια σπουδαία πόλη κέντρο λατρείας όπου οι Αβραάμ, Σάρα, Ισαάκ, Ρεβέκκα, Ιακώβ κ.ά. είναι θαμμένοι στο σπήλαιο των Πατριαρχών.
Μόνο λίγοι λαοί στον κόσμο όπως π.χ. Ελληνες, Κινέζοι και Ινδοί έχουν σαν τους Εβραίους τέτοια παλιά καταγεγραμμένη ιστορία σε ένα τόπο. Αν και υπήρχαν και Αραβες στη συγκεκριμένη περιοχή για περισσότερο καιρό απ’ ότι μουσουλμάνοι, η ιστορική τους διάρκεια είναι τουλάχιστον 1000 χρόνια μικρότερη των Εβραίων.
Στη διεθνή νομοθεσία αναγνωρίζεται το δικαίωμα των αυτόχθονων λαών να εγκατασταθούν (αποικίσουν) στον τόπο από τον οποίο προέρχονται. Όμως τέτοιου είδους δικαιώματα στη διεθνή νομοθεσία είναι μάλλον ασαφή επειδή είναι δύσκολο να καθοριστούν οι πρακτικές τους παράμετροι. Στην περίπτωση του Ισραήλ κατά μία διασταλτική έννοια του όρου, άποικοι ή έποικοι μπορούν να νοηθούν όλοι όσοι ζούσαν σε κάθε περιοχή που κατελήφθη με τον αμυντικό πόλεμο του 1967, περιλαμβάνοντας αυτούς τόσο της Γάζας όσο και των υψωμάτων του Γκολάν. Όμως στα ΜΜΕ ο όρος «έποικοι» έχει αποκτήσει μια μισητή έννοια για τους Ισραηλινούς της Δυτικής Οχθης (Ιουδαία και Σαμάρεια), ενώ θα έπρεπε να έχει απλώς μια περιγραφική ουδέτερη έννοια. Προφανώς αυτό γίνεται σκοπίμως, βάσει μιας τακτικής για να αποκόψει ή αποκρύψει τη σχέση της αυτοχθονίας των Εβραίων με αυτό το μέρος.
Γενικώς δεν υπάρχει ξεκάθαρη, σχετική με τον αποικισμό, διεθνής νομοθεσία παρόλες τις συχνές αναφορές στην ειδησεογραφία. Όμως ας πιάσουμε το ιστορικό νήμα των διαφόρων διεθνών αποφάσεων σχετικά με την Παλαιστίνη, οι οποίες αποφάσεις δημιουργούν και τη διεθνή νομιμότητα πάνω στην οποία μπορούν να στηριχτούν οι όποιες ενέργειες ή αξιώσεις των εμπλεκομένων εθνοτήτων.
Το 1916 συνήφθη μια μυστική συνθήκη μεταξύ του Ηνωμ. Βασιλείου και της Γαλλίας, το λεγόμενο σύμφωνο Σάικς-Πικώ (Sykes-Picot agreement) περί της επιρροής των κρατών τους στην ευρύτερη περιοχή, βασισμένο στην υπόθεση ότι η Αντάντ θα κερδίσει τον πόλεμο με τις κεντρικές αυτοκρατορίες (Α ΠΠ). Στη συμφωνία αυτή η Παλαιστίνη ετίθετο υπό την προστασία Βρετανίας, Γαλλίας και Ρωσίας.
Το 1917 οι Βρετανοί κατέλαβαν την Παλαιστίνη από τους Οθωμανούς και συνάμα δήλωσαν (Balfur declaration) την υποστήριξή τους για μια εθνική πατρίδα για τους Εβραίους στην Παλαιστίνη.
Το 1920 στο Σαν Ρέμο της Ιταλίας σε μια διεθνή σύσκεψη οι νικητές σύμμαχοι του Α ΠΠ ψήφισαν ότι αναγνωρίζουν: «την ιστορική σύνδεση του Εβραϊκού λαού με την Παλαιστίνη και την επανίδρυση της εθνικής τους εστίας στην περιοχή».
Το 1922 ως συνέχεια της σύσκεψης του Σαν Ρέμο η Κοινωνία των Εθνών επισημοποίησε το προηγούμενο ψήφισμα ως απόφαση ενέχουσα νομολογικώς θέση διεθνούς νόμου κατά τον οποίο στον Εβραϊκό λαό δόθηκε για εγκατάσταση όλη η Παλαιστίνη. Συνάμα όλη η Παλαιστίνη η οποία περιλάμβανε και τη σημερινή Ιορδανία ως Υπεριορδανία, υπήχθη στη Βρετανική εντολή.
Δηλαδή στην περιοχή βάσει των διαδοχικών καθεστώτων κρατικής οντότητας και διακυβέρνησης, οι μόνες υπάρχουσες και νόμιμες κατά τη διεθνή πρακτική χώρες ήταν πρώτα η Οθωμανική, η κυριαρχία της οποίας καταλύθηκε κατόπιν της ήττας της και της κατάληψής της ευρύτερης Παλαιστίνης, Μ. Ανατολής και Αραβίας από τις νικήτριες δυνάμεις του Α ΠΠ και στη συνέχεια νομίμως η Παλαιστίνη υπήχθη στη Βρετανική δικαιοδοσία. Συνάμα δρομολογήθηκαν και δημιουργήθηκαν και τα άλλα Αραβικά κράτη της περιοχής (Ιράκ, Υπεριορδανία, Συρία, Λίβανος, κλπ).
Συνεπώς βάσει των παραπάνω και μόνον αυτών υπαρχουσών νομικών προβλέψεων που δημιούργησαν νομική βάση εκκίνησης για μελλοντικές ρυθμίσεις επί του εδαφικού της Παλαιστίνης, απόλυτα νόμιμα δόθηκε το δικαίωμα στους Εβραίους να εγκατασταθούν οπουδήποτε στην Παλαιστίνη. Οπότε ο αρνητικής νοηματοδότησης όρος «Εβραίοι έποικοι» που χρησιμοποιείται καταχρηστικά από τα ΜΜΕ ειδικά για τη Δ. Οχθη, είναι παντελώς παραπλανητικός.
Αν επιλεκτικά κάποιοι αμφισβητούν αυτές τις διεθνούς κύρους συνθήκες, επειδή δήθεν προέρχονται από αποικιοκρατικές χώρες, και το νομικό δικαίωμα που απέκτησαν με αυτές τις συνθήκες οι Εβραίοι να δημιουργήσουν δικό τους κράτος στην Παλαιστίνη, τότε οδηγείται βάσει αυτής της λογικής να αμφισβητήσει και την κρατική υπόσταση του Ιράκ ή της Ιορδανίας.
Εάν όμως κάποιος ισχυριστεί ότι η περιοχή της Δυτικής Οχθης ανήκει στους Αραβες της Παλαιστίνης βάσει του 181 ψηφίσματος της 27ης Νοεμβρίου 1947 από τη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ, δεν μπορεί να στέκει σε στέρεη νομική βάση. Και αυτό για δύο λόγους. Πρώτον, το ψηφισθέν σχέδιο ενέχει θέσης απλής πρότασης προς τις δύο εθνότητες για διαμείραση της Παλαιστίνης και όχι υποχρεωτική εντολή ενέχουσα θέση διεθνούς νόμου, καθότι η ΓΣ του ΟΗΕ έχει δικαιοδοτική αρμοδιότητα μόνο να προτείνει. Δεύτερον και βασικότερο, οι Αραβες απέρριψαν ολοκληρωτικά το σχέδιο. Αμέσως μετά μάλιστα, το 1948, η Ιορδανία κατέλαβε παρανόμως την περιοχή της Δυτικής Οχθης.
Συνεπώς μέχρι τη 14η Μαίου 1948 και την αποδοχή μόνο από τους Εβραίους του σχεδίου του ΟΗΕ με τη διακήρυξη του κράτους του Ισραήλ και τη λήξη της Βρετανικής εντολής, η μόνη νόμιμη διεθνώς κατάσταση ήταν το δικαίωμα των Εβραίων να δημιουργήσουν κράτος στην Παλαιστίνη βάσει των αποφάσεων της Κοινωνίας των Εθνών του 1922, που αποτελούν την κατάληξη των σχετικών πρότερων αποφάσεων των νικητριών δυνάμεων (1916-1920) που κατέλαβαν και διοίκησαν την περιοχή.
Η όλη ανωτέρω κατάληξη συνάδει και συνάμα ερείδεται στην αρχή του διεθνούς δικαίου «uti possidetis juris» το νόημα του οποίου είναι ότι τα υφιστάμενα σύνορα κάποιας κρατικής διοικητικής αρχής διατηρούνται και τυχόν νέα κράτη που διακηρύσσουν την ανεξαρτησία τους εντός αυτής και συνεπώς προκύπτουν από τη διάσπασή της, είναι νόμιμοι «κληρονόμοι» του μέρους που όρισαν ως επικράτειά τους. Συνεπώς η νόμιμη διεθνώς αναγνωρισμένη Βρετανική εντολή επί της ευρύτερης Παλαιστίνης ορθώς υπήρχε και εφόσον το 1948 παρέδωσε την κυριαρχία της στο νομίμως ανακηρυχθέν και αναγνωρισθέν διεθνώς ανεξάρτητο κράτος του Ισραήλ, μόνο το Ισραήλ προέκυψε ως κράτος. Και η κυριαρχία του περιείχε και τη λεγόμενη Δυτική Οχθη, την οποία όμως μετά την επίθεση του 1948 των Αραβικών κρατών στο νεοϊδρυθέν Ισραήλ, η οποία αποκρούστηκε, κατέλαβε και κατείχε παρανόμως η Ιορδανία.
Όταν λοιπόν κατά τον επίσης νικηφόρο αμυντικό πόλεμο του 1967 κατά των επιτιθεμένων Αράβων, το Ισραήλ κατέλαβε τη Δυτική Οχθη, ποιος είχε το νόμιμο δικαίωμα κατοχής της περιοχής; Δεν ήταν ούτε η Ιορδανία καθώς καμία διεθνής απόφαση δεν της αναγνώριζε τέτοιο δικαίωμα, ούτε επίσης οι Αραβες Παλαιστίνιοι καθώς αρνήθηκαν να δεχτούν ακόμα και την υπόδειξη διαχωρισμού της Γης από τον ΟΗΕ το 1947.
Συνεπώς ως μόνη νομικώς ισχυρή οντότητα παραμένει η απόφαση της Κοινωνίας των Εθνών του 1922 που δημιούργησε τη Βρετανική Εντολή για την Παλαιστίνη και ενέκρινε την περιοχή αυτή για δημιουργία εθνικής εστίας για τους Εβραίους.
Στο άρθρο 51 της Χάρτας των Ηνωμένων Εθνών αναφέρεται και ως διεθνώς νόμιμο το δικαίωμα της αυτοάμυνας ως: «σύμφυτο ατομικό ή συλλογικό δικαίωμα αυτοάμυνας εάν υποστούν ένοπλη επίθεση». Υπό αυτή την έννοια περιοχή που καταλήφθηκε μετά από αμυντικό πόλεμο είναι νόμιμη και το Ισραήλ δικαιωματικά και νόμιμα κατείχε τη Δυτική Οχθη μετά το 1967.
Ολα τα νομικά επιχειρήματα που επικαλούνται οι πολέμιοι των Εβραίων εποίκων στη Δυτική Οχθη οφείλονται σε μια ιδιότυπη ερμηνεία της 6ης παραγράφου του άρθρου 49 της 4ης Συμβασης της Γενεύης του 1949, ερμηνεία που επιλεκτικά οι «καλοθελητές» εφαρμόζουν μόνο στην περίπτωση του Ισραήλ. Προβλέπει λοιπόν το άρθρο 49-6: «Η κατοχική δύναμη δεν θα απελαύνει ή μεταφέρει μέρη της δικής της πληθυσμιακής κοινότητας στην περιοχή που κατέλαβε». Η συγκεκριμένη πρόβλεψη προκλήθηκε από τις νωπές ακόμα τότε πρακτικές της ναζιστικής Γερμανίας που μετέφερε Γερμανούς στις κατακτημένες ανατολικές περιοχές. Όμως κάτι τέτοιο δεν αφορά τους Ισραηλινούς εποίκους. Και πρώτα απ’ όλα το Ισραήλ διατείνεται (και με το δίκιο του) ότι αυτή η πρόβλεψη νομικά δεν μπορεί να εφαρμοστεί στη Δ. Οχθη, καθότι η περιοχή αυτή όταν καταλήφθηκε από το Ισραήλ το 1967 δεν υπήγετο στην διεθνώς αναγνωρισμένη δικαιοδοσία κάποιου κράτους μια και αφενός, η κατάληψη από την Ιορδανία ήταν παράνομη και αφετέρου, με τις αποφάσεις των διεθνών οργάνων το 1920-1922 επιτρέπονταν στους Εβραίους να εγκατασταθούν και εκεί. Επιπλέον, το άρθρο 49 νομολογικώς ερμηνεύεται ως αναφερόμενο σε κράτος που βιαίως μετακινεί εποίκους. Στην περίπτωση του Ισραήλ οι έποικοι δεν μετακινήθηκαν βιαίως από το κράτος στη Δ. Οχθη αλλά εθελοντικά και ατομικά, πέραν μάλιστα αυτών που ήδη ζούσαν εκεί. Η ειρωνεία μάλιστα έγκειται στο ότι το Ισραήλ επανειλημμένα έπραξε το ακριβώς αντίθετο, δηλαδή άδειασε δια της βίας περιοχές που κατείχε από τους δικούς του πολίτες, όπως το 1982 από τη χερσόνησο του Σινά και το 2005 από τη Γάζα, ως κινήσεις καλής θέλησης για ειρήνευση με τους Αραβες. Αξίζει μάλιστα να επισημανθεί και τούτο. Ενώ με τη συμφωνία του Οσλο το 1993 δεν επιτρέπεται στους Αραβο-παλαιστίνιους να εποικήσουν τη ζώνη C της Δ. Οχθης, συνεχίζεται μέχρι σήμερα η κατασκευή οικισμών τους χρηματοδοτούμενων μάλιστα από την Ευρωπαϊκή Ενωση. Σημαντική επίσης ερμηνεία της διεθνούς νομοθεσίας ήταν και η δημόσια δήλωση του πρώην ΥΠΕΞ των ΗΠΑ Mike Pompeo το 2019 ότι οι Εβραίοι έποικοι της Δ. Οχθης δεν παραβιάζουν το διεθνές δίκαιο.
Θα ήταν λοιπόν σωστό να ομιλούμε διεθνώς για «διαφιλονικούμενες περιοχές» όταν αναφερόμαστε στη Δ. Οχθη, προκειμένου με μια θέληση καλών προθέσεων και διάθεση συμβιβασμού που επανειλημμένα το Ισραήλ και μόνο επιδεικνύει, να αποφορτίζεται το κλίμα ώστε ανάλογη διάθεση να δείξουν και οι Αραβο-παλαιστίνιοι.
Επιμυθιακώς μπορούμε να πούμε ότι για κραυγαλέες διεθνείς περιπτώσεις παράνομων εποικισμών με την ενεργό συμμετοχή κατοχικών δυνάμεων, όπως αυτή των Τούρκων στην παράνομα κατεχόμενη λόγω εισβολής Β. Κύπρο, του Α. Τιμόρ από την Ινδονησία, της Δ. Σαχάρας από το Μαρόκο, της Κριμαίας από τη Ρωσία, κ.ά. η διεθνής κοινότητα κινείται μεταξύ αδιαφορίας, απάθειας και απραξίας που ερμηνεύεται ως μια σαφής προκατάληψη μόνο απέναντι στο Ισραήλ.
Γιώργος Χώτος, Αύγουστος 2024