Σήμερα το πρωί ξύπνησα κάθιδρος αποτέλεσμα ενός μακρού εφιάλτη που βίωσα. Ο εφιάλτης είχε να κάνει με την ακαδημαϊκή μου ζωή και με αναστάτωσε τόσο που προς στιγμήν πίστεψα ότι ήταν αλήθεια. Και εξηγούμαι. Στο εφιαλτικό αυτό όνειρο είδα να με μεταθέτει ο υπουργός σε ένα τμήμα παρόμοιο με το δικό μας (με υδατοκαλλιέργειες, ιχθυολογία κ.τ.λ.) κάπου στην Ελλάδα και εκεί εγκαταστάθηκα για να εργαστώ κατά πως έχω συνηθίσει να εργάζομαι. Δηλαδή με εργαστήρια, νερά, ψάρια, μικροσκόπια και τα συναφή. Στο όνειρο αυτό που χρονικώς ξετυλίγονταν τάχιστα, έψαχνα να βρω τους συναδέλφους μου καθηγητές στο τμήμα και έντρομος ανακάλυπτα συνεχώς ότι πολλοί απ’ αυτούς ήταν τύποις καθηγητές και στην πραγματικότητα αργόσχολοι. Χωρίς εργαστήρια για να απασχολούνται δημιουργικά, χωρίς να βρέχουν τα χέρια τους, άλλοι εξαφανισμένοι όλο το χρόνο με αραιές σποραδικές παρουσίες ίσα για να δίνουν σημεία ζωής, άλλοι χωρίς να έχουν συγγράψει τίποτα για τους φοιτητές τους, άλλοι να μην προσέρχονται καν στις εξετάσεις και να αγγαρεύουν άλλους να δίδουν θέματα, άλλοι να βγάζουν το διδακτικό πρόγραμμα ενός εξαμήνου σε μια-δυο επισκέψεις τους στην αίθουσα, με φοιτητές που τους ανέχονται επειδή διαφθείρονται με αντάλλαγμα να περάσουν το μάθημα και μάλιστα με βαθμό, άλλοι να είναι ευχάριστοι στους φοιτητές χωρίς να κάνουν μάθημα αλλά λέγοντάς τους αερολογίες και δημιουργώντας μια επίπλαστη υποκριτική οικειότητα. Και το όνειρο γινόταν ολοένα και εφιαλτικότερο. Εβλεπα ότι οι φοιτητές ανέχονταν όλους αυτούς τους καλοπερασάκηδες επειδή διαφθείρονταν από αυτούς, είτε με μαζικά άριστα που έπαιρναν χωρίς να το αξίζουν, χωρίς να έχουν διδαχθεί και χωρίς να έχουν μελετήσει, είτε επειδή αυτοί οι δήθεν καθηγητές γίνονταν ευχάριστοι στα παιδιά με παχειά κούφια λόγια, πίνοντας καφέ μαζί τους, συναντώντας τους στα μπαρ και γενικά χρησιμοποιώντας κάθε τύπο ανθρώπινης επαφής από αυτές που είναι αρεστές στους νέους, οι οποίοι νέοι πάντοτε ρέπουν προς τους άνετους και φιλικούς κυρίους. Είδα και άλλα πολλά. Είδα ό,τι οι φοιτητές με εχθρεύονταν επειδή καλομαθημένοι από τους άλλους θεωρούσαν ότι τους ταλαιπωρώ, ό,τι θέλησα να απευθυνθώ στον αρχηγό.., είδα ό,τι θέλησα να βρω κάποιους να οργανώσουμε αντίσταση σε αυτό το άρρωστο καθεστώς και εισέπραξα άρνηση και λοιδωρία. Κάτι δηλαδή σαν την περίπτωση της ταινίας του Πολάνσκι “Το μωρό της Ρόζμαρι” όπου η Μία Φάροου προσπαθεί να βρει καταφύγιο στους ενοίκους της πολυκατοικίας και ανακάλυπτε έντρομη ότι όλοι ήταν μέρος της συνωμοσίας του διαβόλου. Προς στιγμήν, μετά το αγωνιώδες μου ξύπνημα, νόμισα ότι ο εφιάλτης ήταν αλήθεια. Σιγά-σιγά όμως ησύχασα και πίνοντας τον καφέ μου άρχισα να συνέρχομαι και να ηρεμώ. Μια γλυκειά ζεστασιά απλώθηκε στο σώμα μου καθώς η συνειδητή πραγματικότητα άρχισε να κυριαρχεί. Σκέφτηκα πόσο τυχερός είμαι που εργάζομαι σε ένα τμήμα που δεν έχουν θέση τέτοιοι εφιάλτες. Αλλωστε και κάτι από αυτά τα φρικτά να συνέβαινε, οι ίδιοι οι φοιτητές μας θα το κατήγγειλαν και ο κάθε παραβάτης ούτε που θα τολμούσε να το επαναλάβει. Ετσι λοιπόν ενώ ο Martin Luther King εξέφραζε την ελπίδα και το όραμά του φωνάζοντας το: “I have a dream ..” ,εγώ ανακουφσμένος φωνάζω για τον εφιάλτη μου: “I had a dream” και πάει, ευτυχώς, πέρασε όπως όλα τα κακά όνειρα.